Ξεχνάμε εύκολα και γρήγορα. Αλλοι το λένε αδυναμία, άλλοι λύτρωση και άλλοι φυγή από την πραγματικότητα. Μόλις φύγουν από την επικαιρότητα τα δράματα που ζούμε, σταματάμε να τα κουβεντιάζουμε στα καφενεία. Σαν όνειρα μακρινά, σαν να μην τα ζήσαμε, σαν να μη θρηνήσαμε συγγενείς και φίλους, σαν να μην ξεκληρίστηκαν οικογένειες σαν να μη χάθηκαν για πολλούς κόποι μιας ζωής. Τέτοιες τραγωδίες ζήσαμε πολλές: από την Ηλεία το 2007, τη Μανδρα το 2017 και -το χειρότερο όλων- το Μάτι το 2018. Εκεί που οι πληγές θα πάρει χρόνια να κλείσουν. Αν κλείσουν…
Ηταν εύκολο να τα φορτώσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ τα δύο τελευταία και να γυρίσουμε σελίδα. Όχι πως δεν έφταιγε η κυβέρνηση Τσίπρα για την παράλυση του κράτους. Έφταιγε πολύ. Και σωστά πλήρωσε. Μόνο, που 7 μήνες μετά την πανηγυρική νίκη Μητσοτάκη -επιστροφή στην κανονικότητα την είπαν και σωστά- δεν άλλαξε στη λειτουργία του Δημοσίου κάτι που να μας εντυπωσιάζει. Μια επίσκεψη ρουτίνας σε όποια υπηρεσία είναι αποκαλυπτική και για τον πιο καλοπροαίρετο. Δεν μιλώ για τους ένστολους, Αστυνομία, Λιμενικό, Πυροσβεστική, γιατί εκεί οι μεταρρυθμίσεις για να γίνουν είναι σύνθετη εξίσωση, καθώς τα πολιτικά κόμματα είναι αδύνατον να συμφωνήσουν για το τι είδους σώματα προστασίας του πολίτη θέλουμε.
Γιατί πολλοί δείχνουν δήθεν εφησυχασμένοι; Αλλοι ποντάρουν στην καλή τύχη που συνοδεύει τον Μητσοτάκη μέχρι τώρα, στην κατανόηση των θεμάτων -που πράγματι διαθέτει- και στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Σε αυτό συμφωνούν και οι αντίπαλοί του. Μόνο που ένας-δυο κούκοι δεν φέρνουν την άνοιξη. Ακόμη και όλοι στην κυβέρνηση να ήταν άριστοι, που δεν είναι, δεν θα μπορούσαν να μας σώσουν από μια νέα θεομηνία. Γιατί τα γράφω αυτά σήμερα. Τώρα που βρέχει πρέπει να θυμηθούμε τις πυρκαγιές και το καλοκαίρι να θυμηθούμε τις πλημμύρες. Η χώρα χρειάζεται προχωρημένα επιχειρησιακά σχέδια και ομάδες δράσης με ειδική εκπαίδευση στα νέα δεδομένα και σύγχρονο εξοπλισμό.
Η πρωτοφανής καταστροφή στην Αυστραλία από τις εκτεταμένες και πολυήμερες πυρκαγιές προκαλούν σοκ. Ο κόσμος αλλάζει με ταχύτητες που κανείς δεν μπορούσε να φαντασθεί πριν από κάποιες δεκαετίες και βρίσκει ανοχύρωτες ακόμη και οργανωμένες κοινωνίες στη νέα πραγματικότητα. Πόσο μάλλον την Ελλάδα, στην οποία η κακοποίηση του περιβάλλοντος και η αδιαφορία στα φυσικά φαινόμενα είναι παγιωμένες συνήθειες.
Είναι οδυνηρό αυτό που συνέβη στην Αυστραλία. Δεν το χωράει ανθρώπου νους. Οι απώλειες σε δασικές και ημιδασικές εκτάσεις καλύπτουν περίπου δύο φορές το Βέλγιο, ή μια Ιρλανδία ή το ένα τρίτο της Ελλάδας! Οσο για τις συνέπειες στην υγεία των ανθρώπων, την ποιότητα του νερού και το κλίμα, είναι ακόμη πολύ νωρίς για να φανούν.
Ακούμε μια καμπάνα! Η Αυστραλία είναι το πρώτο μεγάλο θύμα μιας επερχόμενης πλημμυρίδας κλιματικών φαινομένων, που αύριο θα χτυπήσει στην Αμερική, στην Κίνα, στην Αφρική, στην Ευρώπη. Μιλάμε μόνο για την αρχή, φωνάζουν οι επιστήμονες, ενώ εμείς, εδώ, μιλάμε για… άλλα.
Αν για τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου χτύπησε καμπάνα, για την Ελλάδα πρέπει να χτυπήσει συναγερμός. Μετά όσα ζήσαμε στο Μάτι, είδαμε καθαρά αυτό που όλοι γνωρίζαμε. Την πλήρη διάλυση του κράτους. Δεν χρειάζονται ειδικά προσόντα για να προβλέψεις στην Ελλάδα τα χειρότερα με την κλιματική αλλαγή. Αρκεί να παρατηρείς τις πολεοδομίες, τα δασαρχεία, τις αρχαιολογικές υπηρεσίες και συνολικά τη λειτουργία του Δημοσίου και αρκετών ιδιωτικών φορέων. Μην παραμυθιαζόμαστε ότι οι ιδιώτες τα κάνουν όλα καλά. Στην ίδια χώρα ζουν και αυτοί.
Ας θυμηθούμε μόνο το εξής: Στη Μάνδρα, εκεί ακριβώς που θρηνήσαμε τα θύματα από τις πλημμύρες, το Πολυτεχνείο χρόνια έκανε προσομοιώσεις και είχε δει εγκαίρως τον εφιάλτη που ζήσαμε. Καθηγητές και φοιτητές μιλούσαν για την επερχόμενη συμφορά. Ουδείς τους πήρε στα σοβαρά.
Ο,τι θέλει ο καθένας κάνει χωρίς κανόνες. Γι’ αυτό μπαζώνουμε ποτάμια και ρέματα. Γι’ αυτό χτίζουμε όπου θέλουμε και όπως θέλουμε και κλείνουμε τους δρόμους και την πρόσβαση στις παραλίες. Το έγκλημα που ξεκίνησε στη χώρα από τον Ιωάννη Μεταξά το 1939 συνεχίζεται. Ο δικτάτορας είχε θεμελιώσει πρώτος τη μετατροπή του Ιλισού σε λεωφόρο με τη χαρακτηριστική φράση «Θάπτομεν τον Ιλισόν».
Και μετά άρχισε το ελληνικό πανηγύρι. Καλύψαμε τα πάντα. Και από πάνω χτίσαμε τα τέρατα της αντιπαροχής. Ρίξαμε όπου μπορούσαμε τσιμέντο. Οχι μόνο στην Αθήνα, στις περισσότερες πόλεις έγινε το ίδιο.
Αν δεν αποκατασταθούν άμεσα σε όλη τη χώρα όσα εντοπίστηκαν στη δόμηση μετά την καταστροφή στο Μάτι, αν οι ποταμοί και οι χείμαρροι δεν επιστρέψουν στην αρχιτεκτονική της φύσης, σύντομα ή αργά θα θρηνήσουμε ξανά θύματα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα ξαναέρθουν στη χώρα μας όπως σε όλο τον πλανήτη. Οι κλιματικές αλλαγές επιφυλάσσουν δυσάρεστες εκπλήξεις. Και αυτό δεν είναι ένα θέμα που μπορεί να περιμένει για να το δούμε, μετά τα ελληνοτουρκικά, μετά το μεταναστευτικό, μετά τις μπουλντόζες στο Ελληνικό και μετά την έξοδο στις αγορές. Είναι για τώρα, όχι για αύριο. Στο Μάτι οι ζωές που χάθηκαν ήταν περισσότερες από έναν πόλεμο.