Ναι, ήμασταν άτυχοι. Χάσαμε ένα μοναδικό Πάσχα. Είναι τόσο όμορφες και γλυκιές αυτές οι ημέρες, που δεν είναι για μέσα στο διαμέρισμα. Φέτος θα ήταν το καλύτερο Πάσχα μετά από πολλά χρόνια κατήφειας, μιζέριας και αγωνίας. Υπομονή και ελπίδα, ώστε να γιορτάσουμε διπλά τον Δεκαπενταύγουστο, στη χώρα που έχουμε μάθει να μετράμε τη ζωή μας με τα καλοκαίρια.
Είχαμε αρχίσει να χαμογελάμε από το περασμένο καλοκαίρι. Η αισιοδοξία είχε επιστρέψει, οι δουλειές σιγά-σιγά ξανάνοιγαν, η κατανάλωση είχε πάρει την ανηφόρα και ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έκανε σχέδια. Η ανατροπή του Μαρτίου ήταν απρόσμενη και βίαιη. Ποιος το περίμενε. Και δεν είναι μόνο ότι αμπαρωθήκαμε. Αυτό που το κάνει πιο δύσκολο είναι η αγωνία του θανάτου. Αυτή δημιουργεί τον πανικό, αυτή δημιουργεί τον φόβο.
Μέρες που είναι, όμως, να είμαστε δίκαιοι με κάποιους από τους ανθρώπους που εύκολα λέμε ανεύθυνους, καθώς δεν μπορούν να μείνουν ούτε στιγμή πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Άλλο να ζεις σε μια μονοκατοικία με κήπο και άλλο σε ένα σκοτεινό ισόγειο δυάρι στα Πατήσια. Άλλο να έχεις την άνεσή σου και γύρω σου μια οικογένεια όπου σέβεται και αγαπά ο ένας τον άλλον και άλλο να είσαι φτωχός, ηλικιωμένος και μόνος ή σε άθλια σχέση με τον σύντροφο και τα παιδιά σου σε ένα μίζερο σπίτι.
Είναι ανησυχητικό, λένε οι ειδικοί, το ότι μειώθηκαν οι καταγγελίες γυναικών που κακοποιούνται. Ενώ όλοι ξέρουμε ότι οι συνθήκες εγκλεισμού ενισχύουν αυτές τις καταστάσεις. Μειώθηκαν οι κλήσεις για βοήθεια γιατί αυτές οι γυναίκες δεν μπορούν να τηλεφωνήσουν, με τον σύζυγο ψυχοπαθή-τύραννο μέσα στο σπίτι.
Αυτές είναι μόνο λίγες από τις δραματικές καταστάσεις που βιώνουν αυτές τις ημέρες αρκετοί άνθρωποι – περισσότεροι από όσους μπορούμε να φανταστούμε. Γιατί η κακοποίηση σε αδύναμες γυναίκες και παιδιά δεν γίνεται μόνο από κάποιους αγροίκους και αγράμματους. Αντίθετα, οι στατιστικές σε όλο τον δυτικό κόσμο τοποθετούν πολύ ψηλά στη λίστα τους μορφωμένους. Η έξοδος από το σπίτι δεν ήταν ποτέ η λύση, αλλά ήταν για πολλούς μια φυγή από την άθλια σκληρή καθημερινότητά τους.
Και δεν είναι μόνο τα θύματα της κακοποίησης που βασανίζονται από τον αναγκαστικό εγκλεισμό. Είναι και οι μεροκαματιάρηδες.
Είναι ωραίο να λέμε μένω στο σπίτι, διαβάζω βιβλία, απολαμβάνω τα παιδιά μου και βλέπω ταινίες. Πράγματι συμβαίνει αν είσαι περίπου ευκατάστατος ή δημόσιος υπάλληλος που βρέξει-χιονίσει ο μισθός σου θα μπει στην τράπεζα. Εάν όμως επιβιώνεις «μεροδούλι-μεροφάι», πόσες εβδομάδες θα αντέξεις χωρίς το μεροκάματο;
Το Πάσχα πέρασε για άλλους ζεστά και οικογενειακά, μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον, ενώ για άλλους δύσκολα, τραγικά, βασανιστικά και φτωχά. Τι κάνουμε μετά είναι το ζήτημα.
Η κυβέρνηση και το επιστημονικό επιτελείο που την πλαισιώνει τα πήγαν εξαιρετικά -καλύτερα δεν γίνεται. Στην Ευρώπη είμαστε πρωταγωνιστές σε αυτή τη μάχη. Τώρα για τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης όλου του κόσμου δεν είμαστε οι άχρηστοι και οι τεμπέληδες, που σπαταλήσαμε τους πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα μπουζούκια. Είμαστε οι σοβαροί, οργανωμένοι, πειθαρχημένοι Έλληνες, ένας επίγειος παράδεισος μέσα στη θολούρα των χωρών του Βορρά. Ο παράδεισος που ονειρεύονται να έρθουν, μόλις τους επιτραπεί, κατά εκατοντάδες χιλιάδες τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Ολλανδοί και Σκανδιναβοί για να ανακαλύψουν ξανά τη χαρά της ζωής. Καλοδεχούμενοι, εάν οι συνθήκες το επιτρέψουν και είναι ασφαλείς και εκείνοι και εμείς. Έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία, έστω τη μισή σεζόν.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα θα είναι η διαχείριση της επόμενης ημέρας γι’ αυτούς που τσακίστηκαν τα 10 χρόνια της χρεοκοπίας και τώρα η πανδημία τούς έριξε ξανά στο καναβάτσο. Αυτοί πρέπει να καταγραφούν σχολαστικά. Τους γνωρίζουν οι δημοτικοί και διαμερισματικοί σύμβουλοι έναν προς έναν, τους γνωρίζουν και οι ενορίες τους, κυρίως στην επαρχία.
Όλοι ξέρουν σε μια γειτονιά ποιοι είναι οι φτωχοί και οι δυστυχισμένοι. Όλοι ξέρουν ποιοι επιβιώνουν οριακά. Καλά είναι τα μέτρα της κυβέρνησης για την προστασία των επιχειρήσεων, καλά είναι και όσα έκανε και συνεχίζει να κάνει ο πρωθυπουργός με τα επιδόματα για εργαζομένους και ανέργους. Οι εξαθλιωμένοι, όμως, πρέπει να είναι η προτεραιότητα μιας σύγχρονης κοινωνίας. Τώρα που το κράτος πρόνοιας και η φυσική και η ψυχική υγεία των πολιτών προέχουν.
Μέσα σε αυτές τις πολλές προσλήψεις που θα γίνουν σε όλους τους δήμους της χώρας από το εξαιρετικό πρόγραμμα του υπουργείου Εσωτερικών, οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι ψυχολόγοι, οι νοσηλευτές και νοσηλεύτριες για βοήθεια στο σπίτι πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή. Δεν έχουμε ανάγκη άλλους δημόσιους υπαλλήλους για τα γραφεία. Εξάλλου το ψηφιακό κράτος προχωρά κανονικά, δεν χρειάζονται άνθρωποι να βάζουν σφραγίδες, έχουμε αρκετούς.
Χρειαζόμαστε μάχιμους λειτουργούς. Αυτούς που θα είναι μέρα-νύχτα όρθιοι, για να ανακουφίσουν τον ανθρώπινο πόνο. Όπως κάνουν αυτούς τους δύσκολους μήνες οι γιατροί και το υγειονομικό προσωπικό του ΕΣΥ. Αυτό το Δημόσιο είμαστε έτοιμοι να το πληρώσουμε όλοι, τώρα που είδαμε πόσο το έχουμε ανάγκη. Για αυτούς που γονάτισαν, το κράτος και η κοινωνία πρέπει να ανοίξουν μια μεγάλη αγκαλιά. Όχι με λόγια, με έργα. Πόρτα-πόρτα, σπίτι-σπίτι.