Μεταφέρω μία εικόνα από το μέλλον που θα συμβεί, όπως σας βλέπω και με βλέπετε. Είναι ξημερώματα Δευτέρας, μετά την Κυριακή των πρώτων εκλογών με απλή αναλογική. Εχουν δώσει συνέντευξη ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αλέξης Τσίπρας. Αυτοδυναμία προφανώς δεν υπάρχει και ο απερχόμενος πρωθυπουργός, πριν παραδώσει την καρέκλα του για 20 ημέρες στον πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο οποίος θα διεξαγάγει τις δεύτερες εκλογές, εμφανίζεται ανοιχτός για συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής, στην περίπτωση που και η επόμενη κάλπη δεν βγάλει αυτοδυναμία.
Γράφει ο Γιάννης Πολίτης
Ο τόνος, το ύφος και οι λέξεις που θα χρησιμοποιήσει θα είναι ανάλογες του ποσοστού που θα έχει εξασφαλίσει. Αλλιώς θα μιλήσει με 29%, αλλιώς με 31% και διαφορετικά με 33%. Σε κάθε περίπτωση θα αφήνει ανοιχτό το παράθυρο να βρεθούν ξανά στην ίδια κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, σχεδόν μια δεκαετία μετά την συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου. Και, προφανώς, θα αποκλείει τον ΣΥΡΙΖΑ με τα γνωστά επιχειρήματα από ένα ευρύ κυβερνητικό σχήμα. Δεν θα πει πολλά, επειδή η προσοχή του θα είναι στραμμένη στη δεύτερη κάλπη που την επιθυμεί διακαώς, γιατί ως πρώτο κόμμα τότε θα εξασφαλίσει το μπόνους των 40 βουλευτών.
Στις ζωντανές συνδέσεις θα τον διαδεχθεί ο Αλέξης Τσίπρας. Με τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα, θα έχει ηττηθεί ξανά και πιθανότατα θα έχει πάρει μικρότερο ποσοστό από εκείνο που πήρε στις εκλογές του 2019. Στις δηλώσεις του, όμως, θα αθροίσει τα ποσοστά όλων εκείνων που ο ίδιος αποκαλεί προοδευτικό μέτωπο. Θα εμφανιστεί συγγενής με το ΠΑΣΟΚ, για να τονίσει ότι η χώρα έχει προοπτική για μια συγκυβέρνηση με τη συγκρότηση ενός αντιδεξιού μετώπου. Τα παραγάδια που θα ρίξει δεν θα πιάσουν ψάρια, γιατί στη Χαριλάου Τρικούπη δεν εμφανίζεται κανείς διατεθειμένος από την ηγετική ομάδα να επαναφέρει το κόμμα της Κουμουνδούρου στην εξουσία. Οι μνήμες του 2012, του 2015 και του 2019 με τα όσα ειπώθηκαν τότε είναι πολύ νωπές. Οι προσωπικές διαφορές των κεντρικών στελεχών των δύο κομμάτων συχνά είναι πιο μεγάλες από τις ιδεολογικές και δύσκολα γεφυρώνονται.
Αφού, λοιπόν, μιλήσουν οι δύο πρώτοι, η ώρα θα έχει πάει 1 π.μ. και θα είναι η στιγμή να εμφανιστεί ο πρωταγωνιστής της βραδιάς, ο Νίκος Ανδρουλάκης. Γιατί πρωταγωνιστής; Διότι θα είναι ο μόνος από τους τρεις που θα έχει αυξήσει το ποσοστό του. Το κόμμα του θα είναι η «πολύφερνη νύφη», με το οποίο θέλουν όλοι να συνεργαστούν. Αυτή είναι η μοίρα των κεντρώων κομμάτων που εύκολα ακουμπούν και στη Δεξιά και στην Αριστερά. Αν μπορώ να διαβάσω καλά τον νέο πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής, σίγουρα θα σκέφτεται: «Είμαι μόλις 40 ετών. Εξασφάλισα άμα τη εμφανίσει ένα ποσοστό 14%. Μπορώ να περιμένω τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποδυναμωθεί και έτσι να βρεθώ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί να συνεργαστώ τώρα;».
Οι πιέσεις που θα δεχτεί, όμως, εντός και εκτός Ελλάδας το τρίτο κόμμα για συγκυβέρνηση με το πρώτο θα είναι ασφυκτικές. Και αυτό θα θέλουν και αρκετοί ψηφοφόροι του.
Ο Ν. Ανδρουλάκης, από τη μέχρι τώρα διαδρομή του, δείχνει ότι δεν είναι παρορμητικός άνθρωπος. Είναι εγκρατής, δωρικός και ψύχραιμος και το πιθανότερο είναι να πει το εξής: «Είμαστε έτοιμοι να συμμετάσχουμε σε ένα κυβερνητικό σχήμα, ώστε η χώρα να μην μπει σε περιπέτειες. Ομως, σε αυτή την κυβέρνηση πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν οι δύο πρώτοι και ό,τι είναι να γίνει τώρα και όχι στη δεύτερη κάλπη».
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Είναι ξεκάθαρο πως η Νέα Δημοκρατία θέλει τις δεύτερες εκλογές για να εξασφαλίσει το μπόνους και να έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ικανότητα. Το ΠΑΣΟΚ, εάν δεν μπορέσει να αποφύγει τη συνεργασία, έχει συμφέρον αυτή να γίνει από την πρώτη κάλπη, γιατί τότε θα έχει 45 με 50 βουλευτές λόγω της απλής αναλογικής, ενώ μετά θα πέσει στους 25. Αυτό είναι το κλειδί και το πιο δύσκολο κομμάτι μιας ενδεχόμενης συνεργασίας.
Συμπέρασμα: η κουβέντα που άνοιξε τώρα πρόωρα έχει πολλά «αν». Η μεγάλη οικονομική κρίση τους προσεχείς μήνες θα καθορίσει ποιος θα συνεργαστεί με ποιον και με ποιους όρους και μετά την πρώτη και μετά τη δεύτερη κάλπη. Εάν η Νέα Δημοκρατία καταφέρει, μέσα σε αυτή τη δίνη του κυκλώνα, να διατηρήσει αυτά τα υψηλά ποσοστά που διαθέτει τώρα, θα μπορεί να βάλει τους δικούς της όρους. Και προφανώς να επιβάλει για πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως τον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος. Εάν βγει στην κάλπη με πολλαπλά τραύματα, τότε η διαπραγματευτική ικανότητα του πρώτου κόμματος θα εξασθενήσει και η χώρα μπορεί να μπει σε μία περιπέτεια που να την οδηγήσει σε τρίτες εκλογές μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού. Ο πόλεμος της παράνοιας, με όλες τις συμφορές που προκαλεί, οδηγεί και την Ελλάδα σε ένα περιβάλλον πολιτικής αστάθειας και κανείς δεν είναι σε θέση σήμερα να πει πού θα ισορροπήσει το εκκρεμές και ποιος από τους παίκτες του πολιτικού συστήματος θα ωφεληθεί περισσότερο.