Είναι πολύ νωρίς για να γραφτεί ιστορία. Θα περάσουν χρόνια για να αποτιμηθεί ακριβώς ο ρόλος όλων των πρωθυπουργών που κυβέρνησαν τη χώρα στα πέτρινα χρόνια της κρίσης.
Για τον Γιώργο Παπανδρέου, που έσκασε στα χέρια του η χρεοκοπία, έχουν ειπωθεί πολλά. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν πώς κινήθηκε τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης του και αν είχε πλήρη γνώση όσων επρόκειτο να ακολουθήσουν. Και οι σωστές και οι λαθεμένες επιλογές του θα αργήσουν να γίνουν γνωστές με ακρίβεια. Σε ένα πράγμα, όμως, συμφωνούμε όλοι. Εκανε λάθος με τη δήλωση «κυβερνώ μια διεφθαρμένη χώρα».
Υπάρχουν ελληνικές παροιμίες με παραλλαγές στην επαρχία, που από αιώνες τώρα εξηγούν το λάθος του Γ. Παπανδρέου. Λένε, λοιπόν, στα χωριά πως αν διασύρεις την αδερφή σου στη γειτονιά, δεν θα παντρευτεί ποτέ. Αυτό ακριβώς συνέβη με την Ελλάδα που, ενώ είχε τα χάλια της, ήρθε ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός να πει στους ξένους ότι «τα πράγματα είναι χειρότερα από ό,τι νομίζετε». Η συνέπεια ήταν άμεση: οι επενδυτές το έβαλαν στα πόδια, οι πλούσιοι Ελληνες πήγαν τα λεφτά τους στο εξωτερικό και οι τροϊκανοί θρονιάστηκαν στην Αθήνα με αλαζονεία και πρακτικές από εκείνες που εφαρμόζουν στη Λατινική Αμερική.
Την ακριβώς αντίθετη τακτική ακολουθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είτε γιατί γνωρίζει το πάθημα του Γ. Παπανδρέου, είτε γιατί γνωρίζει καλύτερα πώς λειτουργούν οι αγορές. Πήγε στην Αμερική και επαίνεσε σε κάθε συνάντηση την Ελλάδα. Την εμφάνισε ως παράδεισο επενδύσεων, περισσότερο από όσο είναι, και πολύ καλά έκανε. Η τακτική του ρίχνουμε όλα τα βάρη στους προηγούμενους και διασύρουμε τη χώρα πρέπει κάποτε να τελειώσει.
Δεν το κάνουν μόνο οι πρωθυπουργοί αυτό. Σε μικρότερη κλίμακα οι νεοεκλεγέντες δήμαρχοι και οι διοικητές κάθε λογής φορέων και οργανισμών, για να κερδίσουν χρόνο και να δικαιολογήσουν την αδυναμία τους να κάνουν μεταρρυθμίσεις, διασύρουν προηγούμενους και εμφανίζουν τον φορέα που καλούνται να διοικήσουν ως διαλυμένο, διεφθαρμένο και χρεοκοπημένο. Έτσι αμαυρώνουν την εικόνα του και δεν σηκώνει κεφάλι ποτέ. Γνωστές πρακτικές για την Ελλάδα και στο τέλος οι ίδιοι οι δήμαρχοι και οι διοικητές των οργανισμών, που παριστάνουν τους αρχαγγέλους της κάθαρσης, πέφτουν στην τρύπα που οι ίδιοι άνοιξαν.
Στην Αμερική ο πρωθυπουργός τα πήγε πολύ καλά. Το γεγονός ότι δεν είδε τον Πρόεδρο Τραμπ δε σημαίνει και πολλά πράγματα, γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, σε αυτή τη μεγάλη χώρα η συνάντηση με τον Πρόεδρο είναι κυρίως εθιμοτυπική και επισφραγίζει τις συζητήσεις που έχουν προηγηθεί. Πρέπει, όμως, να παραδεχτούμε και μια μεγάλη αλήθεια και να πιστώσουμε μέρος της επιτυχίας των καλών σχέσεων και στις πολιτικές που ακολούθησε ο Αλέξης Τσίπρας.
Πράγματι, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αιφνιδίασε τους συντρόφους του. Ακολούθησε με τους Αμερικανούς μία πολιτική που, αν την περιέγραφες πριν από 20 χρόνια σε έναν αριστερό, θα σε έλεγε τρελό. Ο νεαρός ηγέτης της Αριστεράς, όμως, κατάλαβε εγκαίρως ότι η στρατηγική συνεργασία και η στενή φιλία με τους Αμερικανούς θα τον κρατούσαν στο άρμα της Ευρώπης και τη χώρα ασφαλή απέναντι στις επεκτατικές τάσεις της Τουρκίας. Το τίμημα αυτής της σχέσης ήταν η συμφωνία των Πρεσπών, η οποία θα μπορούσε να ήταν καλύτερη για την Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, οι σχέσεις της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ εδραιώθηκαν σε όλα τα επίπεδα και οι δύο χώρες ήταν τόσο κοντά, όσο δεν ήρθαν ποτέ με καμιά δεξιά κυβέρνηση.
Οι δεξιοί λειτουργούσαν πάντα ενοχικά και απολογητικά προς την Αριστερά και δίσταζαν να διατυμπανίσουν τη σχέση τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ολα αυτά τα έκλεισε οριστικά ο Αλ. Τσίπρας και έτσι τώρα Κυρ. Μητσοτάκης έχει δρόμο ανοιχτό να ενισχύσει τη σχέση της Αθήνας με την Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, ιδιαίτερα μετά τις κακές τους σχέσεις με την Τουρκία.
Είμαστε η πρώτη επιλογή τους στην περιοχή, ενώ οι βάσεις τους στη Σούδα είναι υψηλής προτεραιότητας. Διαμορφώνουν νέα ζώνη επιρροής με Ελλάδα, Ισραήλ, Κύπρο και Αίγυπτο, από την οποία μπορούμε να εξασφαλίσουμε σπουδαία οφέλη, εάν διαπραγματευτούμε σωστά. Και το πρώτο μεγάλο όφελος θα είναι να αισθανθούν ασφαλείς οι επενδυτές πέραν του Ατλαντικού, ώστε να έρθουν στη χώρα μας. Και όταν μιλάμε για επενδυτές, δεν εννοούμε αυτούς που τζογάρουν για ένα διάστημα, αβγατίζουν τα λεφτά τους και φεύγουν, αλλά για μεγάλες εταιρείες που θα μείνουν εδώ για χρόνια και θα δώσουν θέσεις εργασίας και πλούτο στη χώρα μας.
Είναι πλέον εφικτό και υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις, αρκεί να έχουν όλοι οι αξιωματούχοι στον νου τους -και οι σημερινοί και αυτοί που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια- ότι ποτέ ξανά κανείς δεν έχει το δικαίωμα να πειραματιστεί προτάσσοντας τον λαϊκισμό απέναντι στην κοινή λογική.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη να επαναπλασαριστεί στον κόσμο ως μία δυτική, δημοκρατική, ελεύθερη χώρα που βρίσκεται στην καλύτερη μεριά του πλανήτη και διαθέτει κράτος δικαίου και ίσες ευκαιρίες για όλους.