Επισκέφθηκα μια μεγάλη έκθεση που γίνεται κάθε χρόνο για τους ξενοδόχους. Καθώς χάζευα εντυπωσιασμένος, με πλησίασαν δύο νεαρά κορίτσια και μου ζήτησαν να επισκεφθώ το περίπτερο που διέθετε μια νέα υπηρεσία την οποία έχει ανάγκη πλέον η ελληνική αγορά. Εκεί πληροφορήθηκα ότι μπορείς να νοικιάσεις προσωπικό όλων των ειδικοτήτων για την τουριστική σου επιχείρηση. Χτίστες από το Μπαγκλαντές και το Νεπάλ μπορούν να έρθουν με οκτάμηνη βίζα και, αν κάποιος από την ομάδα δεν ταιριάζει στον εργοδότη, αντικαθίσταται άμεσα από την εταιρεία που μεσολαβεί για να έρθει το προσωπικό.
Του Γιάννη Πολίτη
Η Ελλάδα είναι μια τρελή χώρα, γεμάτη παραδοξότητες. Την ίδια ώρα που η ανεργία των νέων παραμένει υψηλή, οι επιχειρηματίες τρέχουν και δεν φτάνουν προκειμένου να βρουν προσωπικό. Περισσότερες από 50.000 θέσεις εργασίας στον τουρισμό είναι κενές αυτή την ώρα. Και δεν μιλάμε μόνο για καμαριέρες, καθαρίστριες, εργάτες για τους κήπους και μεταφορείς, αλλά και εργαζόμενους που μπαίνουν στην «βιτρίνα» των μεγάλων επιχειρήσεων. Και αναρωτιέσαι τι στο καλό συμβαίνει. Είναι λάθος τα νούμερα του ΟΑΕΔ ή τα παιδιά μας, ακόμη και όταν έχουν ανάγκη, δεν καταδέχονται, αυτό που λέγαμε παλιά, να είναι «γκαρσόνια των Ευρωπαίων»;
Και να μην μιλήσουμε για τους εργάτες γης, γιατί εκεί η χώρα βρίσκεται σε αδιέξοδο. Η αγροτική μας παραγωγή φέτος κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα. Δεν φτάνει που θα ξεμείνουμε από λιπάσματα και όταν τα βρίσκουμε θα είναι πανάκριβα λόγω του πολέμου, αλλά πλέον δεν υπάρχουν άνθρωποι να καλλιεργήσουν τα χωράφια. Οι αλλοδαποί που έρχονταν τις τελευταίες δεκαετίες σταδιακά λιγόστεψαν και τώρα εξαφανίζονται. Ο λόγος είναι ότι προτιμούν την Ιταλία και την Γαλλία, γιατί είναι πιο εύκολες οι διαδικασίες της γραφειοκρατίας, τα μεροκάματα διπλά και ευπρεπής η διαμονή.
Η αντίφαση της ελληνικής πραγματικότητας
Όλα αυτά που περιγράφω είναι περίεργα και αντιφατικά, γιατί η Ελλάδα είναι μία χώρα, που μόλις βγήκε από τα μνημόνια, μπήκε στην μεγάλη κρίση της πανδημίας και, πριν πάρει ανάσα, χώθηκε βαθιά στο σπιράλ της ενεργειακής κρίσης. Το 30% των πολιτών είναι φτωχοί άνθρωποι αλλά κι αυτό που ονομάζαμε παλιά «μεσαία τάξη» δεινοπαθεί. Είναι να αναρωτιέσαι πώς από τη μια δεν μπορούμε να επιβιώσουμε και από την άλλη γυρίζουμε την πλάτη στις θέσεις εργασίας. Είναι προφανές ότι δεν είναι ό,τι καλύτερο να δουλεύει κάποιος στα χωράφια μαζεύοντας καρπούζια, πεπόνια, ροδάκινα, βερίκοκα και τον χειμώνα ελιές. Βαριά δουλειά και κακοπληρωμένη. Και ας μην περιγράψουμε τις συνθήκες ζωής. Είδε όλος ο πλανήτης πριν από λίγα χρόνια πώς μεταχειρίζονται οι εργοδότες στην Μανωλάδα της Ηλείας τους Πακιστανούς που μαζεύουν φράουλες. Ελπίζω να είναι κάπως καλύτερα τα πράγματα από τότε, είμαι σίγουρος όμως ότι δεν είναι αυτά που πρέπει.
Σίγουρα δεν είναι η δουλειά που ονειρεύτηκε κάποια ή κάποιος το να καθαρίζει δωμάτια ξενοδοχείου και να περιποιείται τις πισίνες και τους εξωτερικούς χώρους μιας ξενοδοχειακής μονάδας. Αρνούμαι, όμως, να κατανοήσω γιατί είναι κακή δουλειά να είσαι στη ρεσεψιόν ενός ξενοδοχείου.
Έψαξα πολύ να μάθω τι συμβαίνει, μίλησα με ανθρώπους που ξέρουν πρόσωπα και καταστάσεις και κυρίως μίλησα με τα παιδιά που, παρά τις δυσκολίες, μετακινούνται στα νησιά μας για έξι μήνες και δουλεύουν 10 έως 12 ώρες το εικοσιτετράωρο σε beach bar, εστιατόρια, ταβέρνες, ξενοδοχεία. Μόνο που αυτά τα παιδιά δεν είναι πολλά και είναι αυτά που πράγματι παίρνουν εγκαίρως την τύχη στα χέρια τους. Και παλεύουν για την ζωή. Συγκινήθηκα με την Μαρία από την Φλώρινα, τον Γιώργο από την Κοζάνη, τον Μάριο από την Λάρισα και την Άννα-Μαρία από την Βόνιτσα. Τους συνάντησα όλους σε ένα νησί των Κυκλάδων και ταυτίστηκα γιατί έχω κάνει στην ίδια ηλικία την ίδια διαδρομή με εκείνους. Μόνο που αυτά τα παιδιά είναι λίγα και δεν αρκούν για τις ανάγκες της τουριστικής βιομηχανίας.
Στρατιές ανέργων
Εδώ, λοιπόν, πρέπει σύντομα η πολιτεία να δει το πράγμα αλλιώς: αρχικά χρειαζόμαστε σχολές, πολλές σχολές, με αναβαθμισμένα πτυχία όπου θα σπουδάσουν στελέχη όλων των ειδικοτήτων του τουρισμού και παράλληλα να τρέξουν καμπάνιες για να πειστούν οι νέοι μας ότι δεν είναι υποτιμητικό να εργάζεσαι σε μία τουριστική επιχείρηση. Σήμερα βγάζουμε σωρηδόν επιστήμονες κι έχουμε πολλά μορφωμένα παιδιά, που τα πτυχία τους στην αγορά εργασίας, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, δεν έχουν αξία. Και αυτοί οι μορφωμένοι άνθρωποι περιφέρονται με το πτυχίο τους χτυπώντας πόρτες επί χρόνια και μετά αθροίζονται στην μεγάλη στρατιά των ανέργων.
Για να μειωθούν, όμως, οι άνεργοι στην τουριστική βιομηχανία, πρέπει και οι επιχειρηματίες να αλλάξουν ρότα. Να εξασφαλίσουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για τους εργαζομένους τους, που μέχρι πέρυσι, σε γνωστά θέρετρα, έμεναν σε τροχόσπιτα. Και το κυριότερο: να ξεφύγουν από την μιζέρια των 600 και 700€, ώστε να πληρωθούν οι άνθρωποι με ποσά αντίστοιχα εκείνων που τους αναλογούν. Λένε πως ο τουρισμός απογειώνεται ξανά και τα υπερκέρδη είναι μεγάλα για κάποιους.
Όσο για την αγροτική μας παραγωγή, εκεί η προσπάθεια της πολιτείας πρέπει να είναι πολλαπλάσια. Ενώ δεν έχουμε εργατικά χέρια, στην χώρα μας βρίσκονται δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, άλλοι νόμιμα κι άλλοι παράνομα, κρυμμένοι στα υπόγεια της Ομόνοιας, περιμένοντας τον δουλέμπορο που θα τους πάει στην Γερμανία. Αυτούς πρέπει να τους βρούμε έναν-έναν, πόρτα-πόρτα. Και όσοι επιθυμούν να ζήσουν στην Ελλάδα, να ενταχθούν άμεσα στην παραγωγική διαδικασία.
Η χώρα δεν θα έχει την πολυτέλεια να συνεχίσει τον παραλογισμό με τον οποίο κινείται σήμερα.