Γράφει ο Γιάννης Πολίτης
Τα στοιχεία είναι αμείλικτα, σχεδόν όλη η Ευρώπη είναι στο κόκκινο. Σε 2-3 εβδομάδες θα μπούμε κι εμείς. Όποιος πιστεύει ότι θα τη γλιτώσουμε, τα απλά μαθηματικά τον διαψεύδουν. Η γεωμετρική πρόοδος τις προσεχείς εβδομάδες θα βρει πλήρη εφαρμογή. Τα πράγματα σε όλο τον κόσμο εξελίσσονται χειρότερα.
Εμείς βρισκόμαστε ξανά ένα μήνα πίσω από τις περισσότερες άλλες χώρες. Έτσι έχουμε την πολυτέλεια να κοιτάζουμε τι κάνουν οι άλλοι, να δοκιμάζουμε κάποια από αυτά που κάνουν, να περιμένουμε λίγο πριν πάρουμε τις ακόμη πιο δύσκολες αποφάσεις. Δυστυχώς, δεν θα τις αποφύγουμε. Και επειδή η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, είναι καλό για τη διάθεσή μας να ελπίζουμε πως, αν περιοριστούμε τώρα, τα Χριστούγεννα θα είμαστε καλύτερα και θα ανταμώσουμε με φίλους ξανά σε μπαρ και εστιατόρια. Όμως, αυτό δεν θα συμβεί πριν από το Πάσχα – και λίγο λέω. Αυτά που εφαρμόζουμε εμείς σήμερα, τα εφάρμοσαν άλλοι πριν, χωρίς να καταφέρουν σπουδαία πράγματα. Ο κορωνοϊός καλπάζει και δεν κάνει εξαιρέσεις. Μόνο να τον περιορίσει σχετικά μπορεί κανείς, όχι να τον σταματήσει.
Ο πανικός μπροστά σε αυτά που έρχονται δεν είναι καλός σύμβουλος. Οι σοβαροί επιστήμονες λένε ότι τουλάχιστον μέχρι τον Απρίλιο θα ζούμε έτσι και χειρότερα. Αυτός είναι ένας περίεργος «πόλεμος», όχι όμως χειρότερος από κανονικούς πολέμους. Η μεγαλύτερη θυσία που απαιτεί από εμάς είναι ο εγκλεισμός στο σπίτι και η αντικοινωνική συμπεριφορά. Μας ζητά να διατηρήσουμε τους φίλους μας μέσω διαδικτύου χωρίς γλέντια και χαρές, αγκαλιές, φιλιά και ατελείωτα πάρτι. Ε, μέχρι το τέλος της άνοιξης μπορούμε να το αντέξουμε, νομίζω, Δεν θα είναι για πάντα αυτή η βαρετή ζωή που καλούνται να ζήσουν κυρίως οι άνθρωποι που είναι μόνοι σε ένα σπίτι. Γιατί όσοι έχουν καλή οικογενειακή ζωή θα τα βγάλουν πέρα πιο εύκολα.
Περισσότερο θα υποφέρουν οι άνθρωποι του μεροκάματου που πρέπει να είναι παρόντες στη δουλειά τους. Για εκείνους που κάνουν δουλειές γραφείου τα πράγματα είναι διαχειρίσιμα. Η προσαρμογή τον περασμένο Μάρτιο ήταν δύσκολη, τώρα οι περισσότεροι από τους εργαζομένους γραφείου έχουν συνηθίσει την τηλεργασία και λειτουργούν πιο αποτελεσματικά. Ακόμα και όταν έπαψαν να υπάρχουν μέτρα, πολλοί συνέχισαν να δουλεύουν από το σπίτι, Μπορεί ένας στους πέντε να δηλώνει ότι είναι «λιγότερο παραγωγικοί», από ότι πριν από την πανδημία, αλλά τουλάχιστον η οικονομική δραστηριότητα συνεχίζεται.
Και κάτι τελευταίο και ίσως το πιο σημαντικό. Κλαίμε για τη μεγάλη κατηφόρα της οικονομίας από τα lockdown. Μόνο που δεν φταίνε αυτά, Φταίει η ραγδαία πτώση της ζήτησης. Δεν υπάρχει δίλημμα «οικονομία ή lockdown». Η οικονομία είναι χαμένη ούτως ή άλλως και καταρρέει ακόμα και στις χώρες που απέφυγαν τις απαγορεύσεις, όπως η Σουηδία, «για να τη σώσουν». Η οικονομική κρίση που ζούμε είναι βαθιά όχι επειδή οι κυβερνήσεις παίρνουν περιοριστικά μέτρα, αλλά επειδή ο κόσμος φοβάται. Οι επιχειρηματίες φοβούνται ότι οι επιχειρήσεις τους θα καταρρεύσουν αν κλείσουν για 1-2 μήνες, όμως αυτές δεν είναι βιώσιμες ούτε σήμερα, καθώς η κίνηση στην αγορά έχει πέσει κατακόρυφα. Απλώς ελπίζουν πως υπολειτουργώντας διατηρούν μια ψευδαίσθηση επαναφοράς στην κανονικότητα. Όμως, ο ιός δεν φεύγει, δεν εξαφανίζεται, και ο κόσμος δεν πρόκειται να σταματήσει να φοβάται να πάει στο θέατρο ή για φαγητό, όσο τα κρούσματα καλπάζουν.
Με αυτά τα δεδομένα, τα επιδόματα είναι μονόδρομος, όσο οδυνηρό και αν είναι αυτό για την παγκόσμια οικονομία, όσο και αν σπάει τους κανόνες της δημοσιονομικής δήθεν ορθότητας. Για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας πρέπει να σταθούν όρθιοι αυτοί που πλήττονται. Η ιδέα να δίνει το κράτος λεφτά σε ανθρώπους για να μη δουλεύουν, κάτι που ενόχλησε πολλούς στην πρώτη φάση της κρίσης, μοιάζει όντως να είναι η μόνη λύση που λειτουργεί. Καμία οικονομία δεν μπορεί τελικά να επιβιώσει όταν αναγκάζεις ανθρώπους να βάλουν σε κίνδυνο τη ζωή τους και τη ζωή των άλλων επειδή πρέπει να δουλέψουν για να ζήσουν.
Η Ελλάδα, όπως και οι άλλες χώρες, πρέπει να δώσει ό,τι έχει και δεν έχει για να στηρίξει επιχειρήσεις, εργαζομένους και ανέργους και μάλιστα να κάνει πλάνο οκταμήνου και όχι τετραμήνου, λαμβάνοντας ως πιο πιθανά τα χειρότερα σενάρια για την εξέλιξη της πανδημίας. Είναι δύσκολο πράγμα και δαπανηρό και θα χρειαστεί ακόμα μεγαλύτερες υπερβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο από αυτές που έχουν ήδη γίνει. Όλα αυτά τα λεφτά, όμως, και όλα τα επιπλέον δάνεια που θα χρειαστούν, δεν είναι σπατάλη – είναι ανάγκη και όρος επιβίωσης. Γιατί για να είναι όσο το δυνατό πιο ήπια η επαναφορά, όταν με το καλό τελειώσει αυτός ο «πόλεμος», θα πρέπει να είμαστε εδώ, όσο το δυνατό περισσότεροι, και με σωματική και ψυχική υγεία.