Γράφει ο Γιάννης Πολίτης
Ένα είναι βέβαιο. Όλα τα πράγματα στη ζωή κάποια στιγμή τελειώνουν. Και τα καλά και τα κακά. Και η πανδημία, ευτυχώς, θα τελειώσει γρήγορα. Η επιστήμη, για μία ακόμη φορά, έκανε το θαύμα της. Βρέθηκαν εμβόλια σε χρόνο-ρεκόρ και σε δύο εβδομάδες θα είναι διαθέσιμα. Αν όλα πάνε σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, μέχρι τον Ιούνιο στην Ευρώπη θα έχουμε την περίφημη ανοσία της αγέλης, ώστε να επιστρέψουμε στις ζωές μας.
Αυτή η επιστροφή, όμως, θα έχει πολλές εκπλήξεις. Δεν θα πατήσουμε ένα κουμπί και θα βρεθούμε στον Ιανουάριο του 2020, τότε που ξεκίνησε αυτός ο ιδιότυπος πόλεμος. Στους 16 μήνες που θα έχουν μεσολαβήσει, οι ανατροπές που θα έχουν συντελεστεί θα είναι μεγάλες. Κάθε ημέρα που είμαστε κλεισμένοι μέσα στο σπίτι, γίνονται αλλαγές, θετικές και αρνητικές, που θα τις βρούμε μπροστά μας, όταν επιχειρήσουμε ξανά να πάρουμε τον κόσμο μας πίσω. Πρώτα να δούμε τι θα έχει αλλάξει προς το χειρότερο: Θα βρεθούμε αντιμέτωποι με δεκάδες εκατομμύρια ανέργους σε όλο τον κόσμο. Πάρα πολλοί από αυτούς θα είναι εξαθλιωμένοι, με ελάχιστες πιθανότητες να μπουν γρήγορα στο τρένο της ευημερίας. Θα τσακιστούν ζωές, θα κλείσουν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο και άνθρωποι σε δύσκολες ηλικίες θα αναγκαστούν να αλλάξουν επάγγελμα. Αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μας, στην ίδια πάνω κάτω κλίμακα, συμβαίνουν σε όλο τον πλανήτη.
Μου τηλεφώνησε το περασμένο Σάββατο ο αδερφός του πατέρα μου, ο οποίος διδάσκει μαθηματικά στο Μοντερέι της Καλιφόρνιας εδώ και σαράντα χρόνια, για να μου πει: «Εδώ, όπως ξέρεις, είμαστε λίγοι Έλληνες και είχαμε ένα σταθερό σημείο αναφοράς. Υπήρχε η ελληνική ταβέρνα “Έψιλον” εδώ και τριάντα χρόνια, όπου βρισκόμασταν τις Κυριακές για να ανταλλάσσουμε τα νέα για την πατρίδα. Ο ιδιοκτήτης τηλεφώνησε σε όλους μας χθες και μας είπε ότι μετά από τρεις δεκαετίες βάζει λουκέτο οριστικά, γιατί δεν άντεξε την κρίση της πανδημίας. Στη χώρα μας, όπου οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας, εάν τα λουκέτα είναι πολλά, αντιλαμβανόμαστε το ντόμινο που θα ακολουθήσει. Από τη μια θα είναι οι στρατιές των ανέργων και, από την άλλη, οι στρατιές των υποαπασχολούμενων, οι οποίοι θα φαίνονται ότι εργάζονται, αλλά πρακτικά θα παίρνουν ψίχουλα. Μακάρι όλες αυτές οι δραματικές προβλέψεις να μην επαληθευθούν, σύντομα να πέσουν στην αγορά τα πρώτα χρήματα από το μεγάλο πακέτο των 72 δισ. και το καλοκαίρι ο τουρισμός να απογειωθεί.
Η πανδημία έδωσε την ευκαιρία να οχυρωθεί και να ενισχυθεί η δημόσια υγεία που είναι το αποκούμπι και η ελπίδα της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων. Κακά τα ψέματα, όλο και λιγότεροι έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν ιδιωτικές ασφάλειες για να νοσηλεύονται σε σύγχρονα θεραπευτήρια με ολοκληρωμένη ιατρική φροντίδα. Το προσωπικό του ΕΣΥ, έστω με καθυστέρηση, αυξάνεται και ανανεώνεται. Οι εντατικές μονάδες διπλασιάστηκαν, ενώ κυβέρνηση και αντιπολίτευση προτάσσουν στο πρόγραμμά τους τη δημιουργία πρωτοβάθμιας περίθαλψης στα πρότυπα σύγχρονων ευρωπαϊκών χωρών. Αλλά και στη δημόσια παιδεία -για την οποία ακόμα πρέπει να γίνουν πολλά- δόθηκε ένα μεγάλο εργαλείο, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για πολλές δράσεις όταν επιστρέψουμε στην κανονικότητα.
Πάντως, το ψηφιακό κράτος είναι πια μια νέα πραγματικότητα. Αυτό που θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και τρεις δεκαετίες έγινε μέσα σε λίγους μήνες. Έχει πολύ δρόμο ακόμη η πλήρης κατάργηση της γραφειοκρατίας, όμως κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα, μια νέα λειτουργία του κράτους γίνεται ψηφιακά. Η αναγκαστική εξ αποστάσεως εργασία έδωσε απαντήσεις σε πολλά θέματα. Οι τηλεδιασκέψεις, για παράδειγμα, θα μείνουν και μετά την καραντίνα, έτσι στελέχη και εργαζόμενοι στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα θα γλιτώνουν άσκοπες μετακινήσεις, χρόνο και χρήμα, για δουλειές που μπορούν να τις κάνουν με μια συνεννόηση μέσα από το λάπτοπ ή το κινητό τους.
Είναι αλήθεια ότι μας έλειψαν πολύ οι χαρές, τα πανηγύρια, τα γλέντια και οι αγκαλιές. Είναι ωραίο να τραγουδάς, να χορεύεις και να γελάς με ανθρώπους που σου αρέσει η συντροφιά τους. Έχουμε γίνει όλοι αντικοινωνικοί, με όλες τις ψυχικές βλάβες που αυτό συνεπάγεται. Λίγοι μήνες έμειναν. Αυτόν τον Δεκαπενταύγουστο όλα δείχνουν πως θα βρούμε ξανά τον παλιό μας εαυτό, με μια διαφορά που στην πρώτη ανάγνωση μοιάζει να είναι αρνητική, αλλά στην ουσία είναι θετική και αποτελεί προίκα της πανδημίας. Τι εννοώ: Παλιά πηγαίναμε σε έναν γάμο, μια βάφτιση, ένα πανηγύρι ή μια κοινωνική εκδήλωση και φιλιόμασταν σχεδόν με όλους τους γνωστούς μας που ήταν εκεί, γιατί αυτή ήταν η κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά. Τώρα θα αγκαλιαζόμαστε και θα φιλιόμαστε με ελάχιστους -με αυτούς που αγαπάμε πραγματικά- και δεν θα μας παρεξηγούν οι υπόλοιποι, γιατί το ίδιο θα κάνουν και αυτοί. Θα μειωθούν και οι χειραψίες, είναι αλήθεια. Έτσι κι αλλιώς, οι περισσότερες ήταν αχρείαστες και βαρετές. Αρκεί ένας ευγενικός χαιρετισμός στις επαγγελματικές και κοινωνικές σχέσεις. Θα τηρούμε αποστάσεις, γιατί αυτό πια οι περισσότεροι το έχουμε μάθει.
Ο κορωνοϊός, το πιθανότερο σε ένα χρόνο από τώρα, θα είναι παρελθόν, με τη μορφή που τον ξέρουμε σήμερα. Θα γραφτεί στον μακρύ κατάλογο τόσων και τόσων ασθενειών που θεραπεύονται ή προλαμβάνονται με εμβόλια. Η φύση, όμως, δεν θα σταματήσει να γεννά ιούς. Οι καλές συνήθειες που αποκτήσαμε από ανάγκη αυτή την περίοδο, αν διατηρηθούν, θα είναι πάντα η άμυνα και το δίχτυ ασφαλείας μας.