Ο πρωθυπουργός πήρε ένα μεγάλο ρίσκο, ας μη γελιόμαστε. Άνοιξε τις πύλες του τουρισμού. Αυτό και εδικαιούτο να το κάνει, αλλά ήταν και επιβεβλημένο. Είχε το δικαίωμα, γιατί κατάφερε μια χώρα χωρίς σοβαρές υποδομές στην Υγεία να αποτελέσει παγκόσμιο πρότυπο διαχείρισης της πανδημίας. Και αυτό γιατί πήρε τις σωστές αποφάσεις εγκαίρως και επέμεινε σε αυτές με ευλάβεια μέχρι την τελευταία στιγμή, χωρίς εξαιρέσεις και αστερίσκους. Γι’ αυτό και διπλασίασε τη δύναμη του κόμματός του έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως, διαθέτει την αξιοπιστία εκτός Ελλάδας ώστε να πει «ελάτε να κάνετε διακοπές σε μια ασφαλή χώρα».
Ήταν, όμως, και επιβεβλημένη κίνηση εκ των πραγμάτων. Αν καθόταν πάνω στις δάφνες του και έλεγε «τουρισμός τέλος για φέτος. Κρατώ κλειστά τα σύνορα για να προστατεύσω την υγεία των πολιτών, όπως έκανα μέχρι σήμερα», αρκετοί θα τον χειροκροτούσαν γι’ αυτή την απόφαση. Ιδιαίτερα εκείνοι που δεν έχουν άμεση σχέση με τον τουρισμό και πιστεύουν ότι δεν τους αφορά, γιατί αδυνατούν να αντιληφθούν την αλυσίδα των οικονομικών δραστηριοτήτων και τον καταλυτικό ρόλο της βαριάς βιομηχανίας μας.
Μετά τον Οκτώβριο, όμως, θα κλαίγαμε όλοι μαζί. Η ύφεση και η ανεργία θα ήταν πρωτοφανείς. Ποια μνημόνια, αυτά θα ήταν παιχνιδάκι. «Και τώρα θα τη γλιτώσουμε με 8-9 εκατομμύρια τουρίστες έναντι 32 εκατομμυρίων που θα έρχονταν υπό κανονικές συνθήκες;», θα πείτε. Όχι, δεν σωζόμαστε, μπαίνει όμως ένα φρένο στην καταστροφή. Θα έχουν δουλειά -έστω επιδοτούμενη- εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Και οι τουριστικές επιχειρήσεις δεν θα τσακιστούν. Θα βγάλουν τα έξοδα λειτουργίας τους και, με την περίοδο χάριτος στα δάνεια, θα επιβιώσουν μαζεύοντας τις ζημιές μέσα στην επόμενη πενταετία λίγο-λίγο. Είναι απλά μαθηματικά. Και το σημαντικότερο: η χώρα θα παραμείνει σημαιοφόρος στην τουριστική αγορά για την επόμενη χρονιά. Αν έχει βρεθεί εμβόλιο, θα γεμίσουν και οι καλύβες.
Για να λειτουργήσει αυτός ο σχεδιασμός, ωστόσο, πρέπει να είμαστε σοβαροί. Να μη χαλαρώσουμε ούτε λεπτό, ώστε να μην επιτρέψουμε την παραβίαση των κανόνων και στους επισκέπτες μας. Κράτος και πολίτες να είμαστε σε διαρκή εγρήγορση κάθε ώρα.
Διαφορετικά, αν σπάσουμε τους κώδικες που μας κράτησαν όρθιους, ο Θεός να βάλει το χέρι του. Το έβαλε πριν από 15 ημέρες, δεν λέω. Αυτός ο πρωτόγνωρος για την εποχή καύσωνας στα μέσα Μαΐου είναι κακή εξέλιξη για το περιβάλλον, ήταν όμως δώρο για την Ελλάδα. Αποδυνάμωσε τον κορωνοϊό τη στιγμή ακριβώς που το είχαμε ανάγκη. Ακριβώς την ώρα που βγήκαμε από τα σπίτια μας. Έτσι, πήραμε την πρώτη ανάσα για να μη γυρίσουμε τρέχοντας πίσω στο σημείο εκκίνησης.
Είμαστε ο λαός της υπερβολής, όμως, και στα καλά και στα κακά. Το εκκρεμές μετακινείται απρόβλεπτα από τον ένα τοίχο στον άλλον. Είναι αδύνατο να σταθεί στη μέση.
Τον Μάρτιο, μετά από εκείνη τη δραματική δήλωση Μητσοτάκη που καλούσε όλους μας να μείνουμε για καιρό πίσω από τις κλειστές πόρτες, αρκετοί πίστευαν ότι τα μέτρα θα ανατραπούν στην πράξη μετά από λίγο. Και είναι αλήθεια πως το πρώτο δεκαήμερο οι πιο νευρικοί δεν άντεχαν. Πήραν τα αυτοκίνητα και έτρεχαν στα εξοχικά τους. Έπαιρναν καφέ στο χέρι και ξάπλωναν στις καρέκλες των κλειστών καφέ-μπαρ της Κηφισιάς. Εστελναν sms κάθε 2 ώρες με διαφορετικούς κωδικούς, ώστε να είναι όλη μέρα στον δρόμο.
Σταδιακά, όμως, όλοι προσαρμόστηκαν. Ήταν υποδειγματική η πειθαρχία της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων. Τήρησαν ευλαβικά τους κανόνες. Οι θρησκευόμενοι απέφυγαν αδιαμαρτύρητα τους ναούς. Οι μικροί επιχειρηματίες είδαν τις επιχειρήσεις τους να διαλύονται, επίσης αδιαμαρτύρητα. Κάποιες από αυτές δεν θα ανοίξουν ποτέ ξανά. Οι κανονικοί εργαζόμενοι πέρασαν με το επίδομα 800 ευρώ ενάμιση μήνα, ενώ όσοι δούλευαν με μαύρη εργασία έζησαν από φίλους και συγγενείς. Δεν καταγράφονται πουθενά και δεν ξέρουμε πόσοι είναι. Σίγουρα, πάντως, δεν μιλάμε για λίγους.
Είναι ανάγκη τώρα να σωθεί ό,τι σώζεται, να γίνει επανεκκίνηση της οικονομίας με τους νέους κανόνες. Το «δεν βαριέσαι, αδελφέ» και το «πάει, τελείωσε η περιπέτεια» δεν υπάρχουν. Γιατί δεν τελειώσαμε με τον κορωνοϊό.
Η εικόνα στις πλατείες πριν ανοίξουν τα μπαρ και τα καφέ ήταν τρομακτική και συνεχίζεται. Χιλιάδες νέοι έπιναν μπίρες σχηματίζοντας ουρές στα περίπτερα, σε απόσταση αναπνοής ο ένας από τον άλλον. Όσοι φορούν μάσκα κάθε μέρα λιγοστεύουν, οι άνθρωποι στριμώχνονται στα λεωφορεία για να φτάσουν στις παραλίες, ενώ άρχισαν οι χαιρετούρες και οι αγκαλιές.
Το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος θα είναι η μεγάλη πρόβα. Είναι σίγουρο ότι πολλοί θα θέλουν να ζήσουν το Πάσχα που έχασαν. Εκεί θα μάθουμε αν θα συνεχιστεί η καλή μας πορεία ή ανοίγουμε την πόρτα στον εφιάλτη. Που σημαίνει ότι το φθινόπωρο επιστρέφουμε με χειρότερους όρους στα κατεβασμένα ρολά, στα κλειστά σχολεία και στον κατ’ οίκον περιορισμό. Δεν είναι ένα φανταστικό σενάριο, δεν είναι τρομοκρατία των γιατρών, αλλά μια πολύ πιθανή εκδοχή όσο δεν υπάρχουν φάρμακα.