του Γιάννη Λ. Πολίτη
Όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε την εξουσία το 1981 με εκείνο το συντριπτικό ποσοστό 48%, οι νεοδημοκράτες ψηφοφόροι δυσκολεύτηκαν πολύ να κατανοήσουν ότι το ΠΑΣΟΚ ήρθε για να μείνει. Έτσι άρχισαν για πρώτη φορά οι θεωρίες, περί μικρής παρένθεσης που θα κλείσει σύντομα.
Η πρώτη ψυχρολουσία ήρθε στις ευρωεκλογές που ακολούθησαν, η δεύτερη και φαρμακερή στις εθνικές εκλογές του 1985. Τότε συνειδητοποίησαν όλοι ότι το νέο πολιτικό δίπολο είναι ΠΑΣΟΚ- Ν.Δ.
Πάρα την «διάψευση», το σενάριο της παρένθεσης συνεχίζει να κυκλοφορεί ακόμη και σήμερα. Οι πασοκτζήδες προέβλεπαν ότι ο Κώστας Καραμανλής θα είναι μια παρένθεση μετά τον Κώστα Σημίτη, αλλά η Νέα Δημοκρατία επί ηγεσίας του, κέρδισε δύο φορές.
Μετά ήρθε ο Αλέξης Τσίπρας για να φουντώσουν τα σενάρια στα όρια της βεβαιότητας ότι δεν θα καταφέρει να κλείσει ούτε ένα χρόνο στην εξουσία. Ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πρώτο εξάμηνο αναπτερώθηκαν οι ελπίδες πως όπου νάναι φεύγουν. Οι εκλογές τον Οκτώβριο ήταν η απάντηση.
Παρά τα όσα είχαν μεσολαβήσει με τις κλειστές τράπεζες, με τη χώρα να κινδυνεύει να βρεθεί εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και να βολοδέρνει στον τρίτο κόσμο, ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε ξανά τις εκλογές και βρίσκεται στην εξουσία τριάμισι χρόνια τώρα. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο μακροβιότερος πρωθυπουργός των μνημονιακών χρόνων και πλέον είναι στο χέρι του, εφόσον το επιθυμεί, να εξαντλήσει την τετραετία μέχρι τελευταία μέρα.
Τώρα το σενάριο της παρενθένσης το αγαπούν οι Συριζαίοι.Φαντασιώνονται πως εάν κερδίσει με αυτοδυναμία ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η θητεία του θα είναι μικρή, καθώς δεν θα μπορεί να αντέξει τους κλυδωνισμούς της φτωχοποιημένης κοινωνίας από την μακρόχρονια κρίση.
Χωρίς αμφιβολία ο Αλέξης Τσίπρας έχει κερδίσει όλα τα προσωπικά του στοιχήματα. Το κόμμα του 3 % το έφτασε στο 36 % και μετά τις εκλογές θα διατηρήσει ένα ποσοστό από 23 μέχρι 27 % , που σημαίνει ότι θα είναι η νέα μεγάλη παράταξη της κεντροαριστεράς. Το μόνο κόμμα που θα μπορούσε να μικρύνει την δύναμη του και να περιορίσει την διείσδυσή του στο λεγόμενο αντιδεξιό μέτωπο ήταν το Κινημα Αλλαγής. Εάν αυτό το εγχείρημα είχε πετύχει, και η Φώφη Γεννηματά κατάφερνε – όπως ήθελαν οι πρώτες προβλέψεις – να εξασφαλίσει ποσοστό πάνω από 10%, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποχωρούσε κάτω από 20 % και η κεντροαριστερά θα είχε δύο πόλους. Αυτό όμως δεν συνέβη .
Έτσι οδηγούμαστε σε μία πολωμένη προεκλογική περίοδο με δυο πρωταγωνιστές, τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα. Το οπλοστάσιό τους το έχουν αποκαλύψει εγκαίρως. Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα αισθάνεται νικητής και τροπαιούχος, αφού κατάφερε, κόντρα στην μεγάλη πλειοψηφία των Ελληνων πολιτών, να περάσει την συμφωνία των Πρεσπών και να ικανοποιήσει την δική του εκλογική βάση και ταυτόχρονα να αναβαθμίσει τις σχέσεις του με τους συμμάχους, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη. Η κατηγορία ότι αυτό έγινε διαλύοντας τρεις μικρές κοινοβουλευτικές ομάδες και μαζεύοντας βουλευτές από δω κι από εκει, ακούγεται ωραίο πολιτικο επιχείρημα της αντιπολίτευσης αλλά έτσι λειτουργούν οι αστικές δημοκρατίες.
Οι βουλευτές από την ώρα που θα περάσουν το κατώφλι της της Βουλής είναι εκπρόσωποι του λαού και έχουν απόλυτη πρωτοβουλία κινήσεων. Η εξουσία των πολιτών τελειώνει εκεί και ενεργοποιείται ξανά στις εκλογές ,όταν έχουν την ευκαιρία να στείλουν σπίτι τους, τους βουλευτές που αθέτησαν τις υποσχέσεις τους. Γι’ αυτό χρειάζεται και μεγάλη προσοχή όταν πηγαίνει κανείς στην κάλπη να μην ψηφίζει ούτε για πλάκα, ούτε με θυμό άλλά να προσέχει ποιους στέλνει στη Βουλή.
Στην τελική ευθεία προς την κάλπη είτε αυτή στηθεί τον Μάιο είτε τον Οκτώβριο, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να καλοπιάσει την θυμωμένη από τη συμφωνία των Πρεσπών κοινωνία , με μπαράζ φιλολαϊκών και θεσμικών νομοσχεδίων. Ήδη ξεκινά με την αύξηση του κατώτατου μισθού, με το νέο νόμο Κατσέλη, με ρυθμίσεις ασφαλιστικών οφειλών, με επιστροφές χρωστούμενων από το κράτος στους πολίτες και πάει λέγοντας. Ενώ μέσα στον επόμενο μήνα ο υπουργός Δικαιοσύνης φέρνει στη Βουλή την σημαντικότερη μεταρρύθμιση των τελευταίων δεκαετιών για την επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης, θέμα το οποίο επεξεργάστηκαν σε διάφορες φάσεις και επι χρόνια, σπουδαίοι νομικοί – καθηγητές και ανώτατοι δικαστές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα συνεχίσει να μιλάει σε υψηλούς τόνους για τη συμφωνία των Πρεσπών. Ήδη έχει ξεκινήσει, ο ίδιος και τα στελέχη του να δεσμεύονται ότι θα βάλουν βέτο στην είσοδο των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόνο που θα περάσουν χρόνια για να αποφασίσει ξανά η Γερμανία να ανοίξει την πόρτα σε βαλκανική χώρα, άρα δεν είναι κάτι που θα έρθει στο τραπέζι σήμερα – αύριο .
Τα μεγάλα όπλα του Μητσοτακη με τα οποία και θα κερδίσει τις εκλογές είναι τα προφανή και αυτονόητα. Η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, η αβάσταχτη φορολογία για τα συνήθη κορόιδα, η επιστροφή των επενδυτών που θα δώσουν θέσεις εργασίας για να σταματήσει η αιμορραγία της φυγής των νέων. Επίσης,η διάλυση της δημόσιας Παιδείας ιδιαίτερα στα πανεπιστήμια και η θλιβερή κατάσταση στη δημόσια Υγεία.
Και κάτι ακόμη: Στον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πιστέψουν ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα είναι παρένθεση όπως δεν ήταν και η δικη τους και να προετοιμάζονται αναλόγως για τις δύσκολες μέρες. Η θεωρία των παρενθέσεων απεδείχθη για την Ελλάδα, τεράστια μπούρδα χωρίς εφαρμογή.